Τετάρτη 29 Αυγούστου 2012

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει

Δεν μπορείς να τά'χεις όλα. Και τα χρόνια περνάνε. Μάθαμε να ξεχνάμε και να μένουμε μόνοι. Και οι άνθρωποι (της ζωής μας) φεύγουν κι εμείς δεν αντιδράμε. 

Όλη σου η ζωή μια ζυγαριά. Μετράς πάντα τα υπερ και τα κατά. Μετράς τι σε συμφέρει. Μετράς τι φέρει μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης. Μετράς που θα κερδίσεις τα περισσότερα. Συγκρίνεις και αποφασίζεις. Τα επίθετα καταλήγουν πάντα σε έναν συγκριτικό βαθμό και τίποτα δεν είναι ποτέ αμιγές και ατόφιο. Εσύ δεν είσαι καλός. Είσαι καλύτερος από κάποιον άλλο. Το φαγητό σου δεν είναι νόστιμο. Είναι νοστιμότερο από κάποιο άλλο. Τον άνθρωπό σου δεν τον θέλεις πολύ. Τον θέλεις περισσότερο από κάποιον άλλο. Κι εκείνος δεν είναι όμορφος. Εϊναι ομορφότερος από κάποιον άλλον. 

Δεν ξέρω αν θυμάσαι, όλη σου η ζωή, φτηνά μαθηματικά. 

Και πλέον οι άνθρωποι φεύγουν. Σαφώς, οριστικώς και αμετακλήτως. Φεύγουν. Γιατί υπάρχει κάπου κάτι που είναι καλύτερο από το εδώ. Όχι αρκετά καλό, αλλά καλύτερο. Κι εμείς δεν αντιδράμε. Κι εκείνοι φεύγουν. Ίσως το καλύτερο δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα αλλά προσωρινά αξίζει να πας να το βρεις. Προσωρινά. Ας πούμε. 

Δεν μπορείς να τα έχεις όλα. Όσο κι αν παζαρέψεις το ηλιοβασίλεμα, ποτέ δε θα τα καταφέρεις. Αναρωτιέμαι πάντα γιατί να μη μπορείς να τα έχεις όλα. Γιατί να μη μπορείς να είσαι πλήρης κι ευτυχισμένος συνεχώς. Γιατί να μη μπορείς να έχεις την αγάπη, τους ανθρώπους, την υγεία, το γέλιο, την έμπνευση, τα χρήματα και όλα όσα επιθυμεί η καρδιά σου για δικά σου. Και από τη στιγμή που ή το σύμπαν είναι ελαττωματικό και δε μας τα δίνει όλα, ή εμείς τότε γιατί μια ζωή αναρωτιόμαστε γιατί δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Γιατί όλα είναι εμπορικές συναλλαγές. Γιατί δεν αποκτάς τίποτα χωρίς να θυσιάσεις κάτι άλλο. Και συνήθως κάτι που θέλεις. Όχι κάτι που ε, δε βαριέσαι δεν το είχες κι ανάγκη. Έτσι κι αλλιώς από γενέσεως κόσμου τα πράγματα έτσι ήταν, τότε γιατί εμείς συνεχίζουμε να ελπίζουμε και να αναρωτιόμαστε; 

Εμένα τη σχέση μου με την απώλεια την ξέρεις. Έρχεται κάποια στιγμή το πλήρωμα του χρόνου και με γονατίζει. Ετεροχρονισμένα. Κάθε καλοκαίρι που περνάει, κάθε χειμώνας, κάθε ποτό, κάθε φαγητό, κάθε στιγμή, κάθε άνθρωπός μου, κάθε μελωδία, κάθε λέξη. Μου ξεφεύγει κάθετί κι εγώ κάποια στιγμή το συνειδητοποιώ και πενθώ. Και η απώλεια γίνεται βίωμα, παίρνει ανθρώπινη μορφή και γίνεται παρουσία. Κι έχει ένα θόρυβο εκκωφαντικό. Κι εγώ το ξέρεις, τους δυνατούς ήχους δεν τους αντέχω. Μπορούν να με πνίξουν. 

Έρχεται κάθε φορά το τέλος του καλοκαριού. Το τέλος κάθε καλοκαιριού. Κάθε τέλος καλοκαιριού. Κι εγώ πενθώ για κάθε προηγούμενο που πέρασε. Ακόμα και για αυτά που δε θυμάμαι. Ή που δεν ήταν όμορφα. Δεν ξέρω. Ίσως υπάρχει αυτό το θέμα με τις συνάψεις μου και όλα γίνονται ετεροχρονισμένα. Μου παίρνει ας πούμε χρόνο να τα καταλάβω. 

Κι ίσως να μην ευθύνομαι κιόλας που η ροή των απωλειών δε σταματάει ποτέ. Και που πάντα πρέπει κάποια να βιώνεις. Γιατί κάθε τι που έρχεται έφυγε από κάπου και όταν ήρθε έδιωξε κάτι και αν έρθει η στιγμή να φύγει τι μπορείς να κάνεις εσύ. 

Και αν τελικα ο στόχος είναι μια εξαγνισμένη καρδιά, μια καρδιά γεμάτη αγάπη και γεμάτη ανθρώπινα κομμάτια τότε έχει μια λογική το να έχεις πάντα κάτι να στερείσαι. Αλλά έτσι κι αλλιώς αυτό είναι προσωπική υπόθεση και οι μυρωδιές ξεχνιούνται μονάχα μόνο όταν σβήνει η αγάπη. 

Σε μια Αθήνα σκοτεινή, με διάσπαρτα λαμπάκια λυπήθηκα που πέρασε η φοιτητική μου ζωή και οι μόνες βόλτες με αμάξι που θυμάμαι ήταν στην Ξάνθη, στη θέση του συνοδηγού πλάι στη Μ. Που δεν έχω να θυμάμαι την πόλη που αγαπούσα πώς είναι να την οδηγείς. Πώς είναι να περνάς το βράδυ της από το Σύνταγμα και να διαλέγεις ποιο κομμάτι δρόμου θα σε ταξιδέψει. 

Λυπήθηκα. Που μεγάλωσα ίσως. Που όλα πια είναι σοβαρά. Που αυτή την εφηβεία δεν την ολοκλήρωσα ποτέ και που θά'μαι πάντα στα μάτια μου γύρω στα 16. Που πρέπει οι άνθρωποι να φεύγουν γιατί το συγκεκριμένο κομμάτι ουρανού κατέβηκε πολύ χαμηλά και δεν έχουν πού να ονειρευτούν.

Θα περιμένεις πάντα αυτούς που αγαπάς, και θα σου φαίνεται πάντα άδικο και παράλογο που φεύγουν. Γιατί σίγουρα δε γίνεται λόγος για αδύναμο δέσιμο κι εσένα η αγάπη σου μπορεί να πνίξει τον κόσμο όλο.

Κι αν η απώλεια θα μπορούσε να είναι κούνια μας, τότε μπορώ να καταλάβω γιατί δεν νιώθω έτοιμη να μεγαλώσω ποτέ.