Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011
δε ξέρω μα δε γυρίζω
Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011
de-coding
Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011
earth-quit
Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2011
λάφυρα
Παρασκευή 8 Ιουλίου 2011
Τους ανθρώπους της ζωής μου
Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011
Σήματα φωσφορικά

Κι είναι ένας ήλιος κόκκινος πού'χει βουτήξει μέσα στη δύση της ίδιας του της αντανάκλασης.
Ή μήπως η αντανάκλασή του ανατέλει μές στα νερά τα κόκκινα του ήλιου της;
Και ποιος από τους δυό μας πεθαίνει την ώρα που γεννιέται η εικόνα της ζωής του; Ποιος χάνεται μέσα στον άλλο; Πρώτος.
Θα πεις κι οι δυο. Μα εγώ θά'θελα να διαλέξεις.
Κι έχεις ξεχάσει τι θα πει να σε προσέχεις. Βλέπεις το φρόντισα εγώ. Κι έχω σταματήσει να συναντώ το φόβο. Βλέπεις μπήκες εμπόδιο στο δρόμο προς εμένα.
Κι αν είναι κάτι πιο δυνατό απ'τη μνήμη είναι η λήθη. Ή μήπως η λήθη πέφτει στο πεδίο αυτού του ουρανού και βυθίζεται σε ένα χρώμα κατακόκκινο. Κι εσύ δεν έχεις ιδέα τι θα πει να ξεχνάς.
Θα το τολμήσω! Νικά αυτή που πιο πολύ αγαπάς. Ή πιο πολύ σ'αγαπάει. Αυτή μπορεί μονάχα να θυσιαστεί.
Και σημασία καμιά δεν έχει αν θα νικήσει ή αν θα νικηθεί.
Γιατί μετά από κάθε φορά που αγάπησες ή αγαπήθηκες βγαίνεις αλώβητος. Κι άσε τις λιποψυχίες και ζήτα το χάδι ευθέως.
Να αγαπάς.
Σάββατο 28 Μαΐου 2011
Vs

Το είχε γράψει πριν από κάμποσο καιρό ο Γ. Ευαγγελάτος στο φβ. Και η αλήθεια είναι πως κάποια στιγμή με γλίτωσε και από αρκετές αναλύσεις. Και μια ακόμα αλήθεια είναι πως η σύγκριση δεν είναι θέμα που με αγγίζει εδώ και χρόνια. Θέμα συνειδητοποίησης, θέμα σταδιακής αυτογνωσίας, θέμα αδιαφορίας. Θα προτιμούσα το δεύτερο. Όχι γιατί πρέπει πάντα να βγαίνει κανείς κερδισμένος από μια σύγκριση, αλλά γιατί καμιά σύγκριση δεν έχει νόημα όταν μιλάμε για αισθήματα. Και σαφώς και αναφέρομαι στο πρώιμο εκείνο στάδιο που τα αισθητήρια μόλις έχουν αρχίσει να πετάνε σπίθες και ούτε λόγος φυσικά για συν-αισθήματα. Ουσία και αξία έχει το να ξέρεις τον εαυτό σου και να προσπαθείς συνεχώς να τον μάθεις και να τον προσεγγίσεις ώστε να μπορείς να επικοινωνήσεις μέσω αυτού με τους γύρω σου. Δε θα σε ερωτευτεί κανείς λιγότερο για την ατέλεια ή τη στροφή σου ούτε περισσότερο για το αψεγάδιαστο και το ευθύ σου. Ο έρωτας ενδεχομένως και μέσα από την αδυναμία που κρύβει, δεν είναι εκ των πραγμάτων συναίσθημα τελειότητας. Όχι, δεν εννοώ πως δεν είναι συναίσθημα ολοκληρωτικό. Εννοώ πως είναι συναίσθημα που κρύβει μέσα του την αναζήτηση, την ανησυχία, την ερώτ-ηση. Ίσως ακούγεται υπερβολικό μα το πιστεύω πως ερωτεύεται κανείς τις ατέλειες. Ένα λακάκι στο μάγουλο, μια παχουλή μέση, ένα αδέξιο χαμόγελο, μια αβεβαιότητα στο βλέμμα, τις φακίδες του καλοκαιριού, μια μικρή ελίτσα, ένα στραβό δοντάκι. Ερωτεύεσαι και την απαράμιλλη ομορφιά και τα καταγάλανα μάτια και τα μακριά απαλά μαλλιά και το ομορφοφτιαγμένο σώμα μα όλα αυτά είναι έτσι κι αλλιώς θέμα αισθητηρίων. Δεν κρύβουν μέσα τους τρυφερότητα, χαμόγελα σε μια μοναχική σκέψη πριν κοιμηθείς, ούτε και αφοσίωση.
Δε μου αρέσουν τα τσιτάτα περι ανούσιου και αύταστου του τέλειου γιατί κάθε αληθινό αίσθημα είναι τέλειο και δε στερείται τίποτα κανενός αντίστοιχού του ίσως και μόνο μέσα από τη μοναδικότητά του. Και ναι σίγουρα υπάρχουν κλίμακες και κατατάξεις και αξιολογήσεις. Αλλά οι λόγοι για δαύτα είναι καθαρά πρακτικοί. Και ας μην μπερδεύουμε ανόμοια πράγματα.
Δεν ερωτεύτηκες ποτέ το ωραιότερο κορίτσι του κόσμου γιατί δεν υπάρχει. Δεν ερωτεύτηκες ποτέ την τελειότερη μελωδία γιατί δεν υπάρχει. Δεν ερωτεύτηκες ποτέ την ομορφότερη μυρωδιά γιατί δεν υπήρξε ποτέ.
Τέλειο καθιστά κάτι το αποτέλεσμά του. Το αίσθημά που γεννά, αν είναι τέλειο.
Μη βάζεις τον εαυτό σου σε διλήμματα γιατί τη μελωδία της καρδιάς σου δεν την υπακούει κανείς από τους δύο συγκριθέντες. Ψάξε το ένα. Το μοναδικό. Αυτό που δεν υπάρχει όμοιό του κι ας μην είναι αντικειμενικά αυτό που θα ήθελε ο καθένας.
Ή μάλλον όχι. Μην το ψάξεις. Αυτό το ένα, που είναι για' σένα, θα σε βρει. Όπου και νά'σαι.
Κυριακή 10 Απριλίου 2011
κινούμενος στόχος

Θα χτυπάει το κουδούνι και θα ξέρεις ποιος είναι.
Δε θα ρωτάς.
Θα ξέρεις. Δε θα περιμένεις.
Θά' ναι ήδη εκεί. Δε θα παίρνεις.
Θα έχεις. Δε θα ζητάς. Θα σου δίνει.
Δε θα τελειώνει.
Θα ζει.
Δε θα φοβάται. Θά'σαι για πάντα.
Δε θα φοβάσαι. Θα σου ανήκει.
Τελειώνει μονάχα καθετί που δεν ανήκει σ'εμάς. Καθετί ξένο. Καθετί που φτιάχτηκε για κάποιον άλλον κι έπρεπε εμείς να το φυλάξουμε ώσπου να περάσει στο επόμενο στάδιο της πορείας προς τον τελικό προορισμό του.
Η αλήθεια είναι πως είναι μεγάλη πληρότητα το αίσθημα του τελικού προορισμού. Και είναι σαφές πως λιμάνι και καράβι είναι ρόλοι αντιστρέψιμοι.
Είναι ωραίο να ξέρεις πως έφτασες. Και ο προορισμός είναι ωραίο να μην είναι κινούμενος στόχος. Όλα είναι θέμα οπτικής.
Αλλά είναι καλύτερο ο στόχος να είναι κοινός και κρατημένος από δυο ζευγάρια χέρια. Γιατί η διαδρομή δεν τελειώνει μόλις βρεις συνοδοιπόρο. Για να είμαστε ειλικρινείς τότε αρχίζει.
Και στην πραγματικότητα δεν τελειώνει ποτέ.

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011
έκθεση
Θά'θελες να μπορείς να μοιράζεσαι τα πάντα. Το ξέρουμε κι οι δυό. Μα υπάρχει μια λεπτή ισορροπία που ενώνει το τι αντέχεις εσύ και τι αυτός που θά'πρεπε να κοιτάς όταν μιλάς. Υπάρχουν αυτά που θα πληγώσουν εκείνον και επιλέγεις κάποιες φορές να τα ξεχάσεις για να αποφύγεις τη σκιά στο βλέμμα του. Κι υπάρχουν κι εκείνα που επιλέγεις να αποφύγεις να μοιραστείς γιατί είναι τόσο λίγα μπροστά σε αυτό που είχες ονειρευτεί που σε φυτεύουν στη φτήνια σου.
Πολλές φορές ταλαντεύεσαι μεταξύ του ποιος από τους δύο αντέχει περισσότερο και η έκθεσή σου ποιον από τους δύο θα σώσει. Είναι που αγαπάς και την αυτοθυσία και λες εσύ να αντέξεις. Κι είναι κι άλλες φορές που εύχεσαι, ικετεύεις σχεδόν, να μην ανακατέψει κανείς τη σούπα και να βυθιστούν όσα δε μπόρεσαν να αναδυθούν. Πιο πολύ γιατί εσύ δεν τα μέτρησες στα όσα έχεις ζήσει, και στον άλλον δε θα προσφέρουν τίποτα από ένα ακόμα λόγο να νιώσει αμήχανα. Μπορεί και ενοχικά.
Αν δεν ερωτευτείς τότε τον έρωτα δεν τον έζησες ποτέ. Μπορεί με χίλιους δυο ανθρώπους να ενθουσιάστηκες μα τον έρωτα δεν τον έζησες. Αν δεν σε πήρε ο ύπνος στα χέρια κάποιου τότε το χάδι και τα όνειρα στην αγκαλιά του δεν ήρθαν ποτέ.
Όσα δεν πρόλαβες να ζήσεις, δε θα μπορούσαν ποτέ να είναι όλη σου η ζωή.
Όσα δεν πρόλαβες να πεις, δεν θα μπορούσαν να είναι ποτέ τα κρυφά σου. Μπορεί απλά να μην ήταν ούτε καν δικά σου, γι'αυτό και να προτίμησες ποτέ να μην τα μοιραστείς. Ξέρεις καλά τι θα πει να ζεις με ψίχουλα. Ξέρεις πόσο σε πληγώνει να ζεις με δαύτα. Ξέρεις την ίδια εκείνη στιγμή που κάποιος αδιάφορα τα πετάει μπροστά στα πόδια σου πόσο απελπισμένος φανταζεις στα μάτια σου μαζεύοντάς τα.
Ξέρεις τι θα πει να πείθεις τον εαυτό σου πως σου φτάνει μια "αγάπη" μικρή για να την ανθίσεις και να σε ζήσει. Μη με ρωτάς λοιπόν πώς γίνεται να έχω μάθει να είμαι αυτάρκης.
Δεν υπήρξα ολιγαρκής, τουλάχιστον, παρά το τι επέλεγα να δείχνω. Ή να δίνω.
Σάββατο 19 Μαρτίου 2011
see/a

Σού΄χω λίγες λέξεις φυλαγμένες για σήμερα. Μια στιγμή απ'αυτές που θα άξιζαν να σε
ζήσουν, να σε κρατήσουν,να σε στοιχειώσουν. Δεν ξέρω αν την κατάλαβες όταν μου τη χάριζες ή αν είχα απλά πληκτρολογήσει το μυστικό συνδυασμό κι άφησα την αγάπη σου να σταλάζει. Δε θέλω να ξοδεύεται. Μ'αρέσουν οι εισαγωγές. Μ'αρέσει πριν σου πω το "Σ'αγαπάω" να σου μιλήσω για το τι μου θύμισε η πρόθεσή μου ή η παρουσία σου.
Θυμάσαι τι σού'χα πει; Μακάρι μια μέρα να μπορέσεις να σε δεις μέσα απ'τα δικά μου μάτια. Να την αγγίξεις την ομορφιά σου. Κι άκου τι δώρο μού'κανες. Είχες μια απόγνωση που με φιλούσες. Μια στεναχώρια και μια θλίψη. Δε χαμογέλασες λεπτό. Λες και πάλευες να κατασπαράξεις κάθε τι που νόμιζες πως ήθελε να σου ξεφύγει. Πληγωνόσουν και με πλήγωνες την ίδια στιγμή.
Κι όταν κουράστηκε το σώμα σου να με κερδίζει, στάθηκες πλάι στο φως να με κοιτάξεις. Και τι πρωτόγνωρο για' μένα. Στράφηκα προς τα μάτια σου. Τα ζωγραφιστά. Τα ομορφοσκάλιστα. Κι είδα τις κόρες να διαστέλλονται και να θεριεύουν. Κι όσο κι αν δεν το πίστευα ποτέ είδα βαθιά σ'εσένα. Εσένα. Αν ήταν θάλασσα τότε θά'χα στα σίγουρα πνιγεί.
Κι όπως μεγάλωναν οι υδρόγειες σφαίρες που φτιάχνουν τον κόσμο που μου χαρίζεις σαν μ'αγαπάς, μεγάλωνε η αντανάκλασή μου στα μάτια σου. Βρεχόταν και γλύκαινε. Γυάλιζε κι ας ήταν το φως λιγοστό. Έμοιζα φωτεινή, σχεδόν σαν άστρο κι είχα μια όψη τρυφερή καθώς σε κοιτούσα και πάλευα να σε κρατήσω ασάλευτο προτού χαθεί η μορφή μου στο κυμάτισμά σου.
Γι'αυτό σε νόμισα για θάλασσα. Με νερό κρυστάλλινο. Πέρα για πέρα διαυγές. Κι είδα και χρωματιστά νούφαρα να κερδίζουν στα ύδατά σου το είδωλό τους. Απλά επιπλέοντας. Τι δώρo θεέ μου. Ένιωσα πως στεκόμουν πάνω από διαυγή νερά και πως έλαμπε ένας ήλιος κάπου στο βάθος. Κι εγώ με κοιτούσα για πρώτη φορά λες και δεν είχε υπάρξει ποτέ καθρέφτης κι ήμουν μονάχα αυτό που έφτιαχναν οι άλλοι. Κι όπως με κοίταξα είδα στ'αλήθεια τι είμαι εγώ και τι μπορώ να γίνω. Κι ευχόμουν να μη σαλέψει τίποτα, μητε αέρας, μήτε ψυχή και χάσω αυτό που με έκανες να δω. Kαι ξέρω. Ήσουν διάφανος κι ούτε λεπτό δε φοβήθηκα μην κάποια ασχήμια ξετρυπώσει και τη δω μέσα από τα μάτια σου, στο πρόσωπό μου.
Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011
χέρια ερωτευμένου

Πώς τα φοβήθηκα νά'ξερες τα χέρια που άφησες να σε παραβιάσουν.
Πόσο τα ζήλεψα η φτωχή νά'ξερες.
Πόσο τ'αγάπησα που κράτησαν ένα κομμάτι της ψυχής σου.
Αν είχα θεό να πιστέψω θα έκανα μια προσευχή. Νά'τανε βουτηγμένα στην αγάπη και στο μύρο του έρωτα.
Μα τι αφέλεια θά'τανε να τα θεωρώ χέρια ερωτευμένου.
Βλέπω τις νύχτες στους εφιάλτες σου τις χαρακιές πάνω στα χέρια σου. Απ'τους αγώνες σου να σώσεις την καρδιά σου απ'τα μαχαίρια που την κρατούσαν. Πόσο τα φοβάμαι τα χέρια σου να μην ξαναματώσουν.
Και την καρδιά σου φοβάμαι. Μην πληγωθεί κι αρχίσουν πάλι οι μνήμες να ξύνουν τις πληγές.
Μα πώς το μπόρεσα να αργήσω χρόνους να σε κρατήσω.
Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011
Του Αγίου Βαλεντίνου (μου)+1
Θα σ'ερωτευόμουν ακόμα κι αν ήσουν αέρας χειμωνιάτικος. Παγωμένος και υγρός. Κι αν μου κρυστάλλωνες τα δάκρυα και μου έσκιζες τα χέρια θα σ'ερωτευόμουν. Για την καθαρή ανάσα που θα μου χάριζες.
Θα σ'ερωτευόμουν και αν ήσουν αεράκι Αυγουστιάτικο. Φεγγαρένιο. Κι αν έπαιρνες τα μαλλιά μου απ'τους γυμνούς μου ώμους και ανατρίχιαζες το δέρμα μου θα σ'ερωτευόμουν. Για τη γλύκα και τη νοσταλγία που θά'φερνε στη γεύση μου η αλμύρα του αέρα σου.
Θα σ'ερωτευόμουν κι αν ήσουν φεγγαράκι μισό. Ξαπλωμένο και δηλωτικό μιας θάλασσας τρικυμισμένης. Κι αν έφερνες φουρτούνα στην ψυχή ή το ταξίδι μου και φόβιζες τον ήρεμο ύπνο μου θα σ'ερωτευόμουν. Γιατί θα μ'άφηνες να ξαπλώσω τα όνειρά μου στην πλαγιαστή ράχη σου και να τα ξεκουράσω.
Θα σ'ερωτευόμουν κι αν ήσουν ευωδιά Πασχαλιάς στο δρόμο για το χωριό του μπαμπά μου. Κι ας έκανες το μωβ της χρώμα να μοιάζει λίγο μπροστά στη μυρωδιά σου, ακόμα και για' μένα που αν διάλεγα χρώμα για τον ουρανό μου, θά'ταν το μωβ. Γιατί θα με μεθούσες και θα σκεφτόμουν τη θέα από το σπίτι της γιαγιάς μου και τις βόλτες τη Μεγάλη Πέμπτη στους κήπους για να μαζέψω λουλουδάκια στο κόκκινο καλαθάκι μου.
Θα σ'ερωτευόμουν κι αν ήσουν δρόμος στο κέντρο κάποιας μεγαλούπολης. Κι ας σε διέσχιζαν χιλιάδες αμάξια κάθε μέρα κι ας είχαν γκριζάρει τα μοτίβα σου κι ας είχαν παραβιάσει τη διακριτικότητά σου χιλιάδες περαστικοί σβήνοντας στο σώμα σου τσιγάρα και γράφοντας άψυχα συνθήματα στους τοίχους σου. Γιατί θα μ' άφηνες να αφουγκραστώ τα μυστικά που τόσοι κάθε μέρα σου χαρίζουν απλόχερα κι έστω και στης ζωής μου το αδιέξοδο εσύ θα μού'δινες χώρο και δρόμο να τρέξω.
Θα σ'ερωτευόμουν. Όπου κι αν σε συναντούσα. Όπου κι αν υπήρχες. Όπου κι αν ανέπνεες, θα σ'ερωτευόμουν.
Πως θα ζούσα για' σένα.
Πως μετά το εσύ θα ξεχνούσα το εγώ.
Πως ο τρόπος για ν'αγαπάει κανείς γεννιέται και ζει στον τρόπο που με κοιτάς. Και δεν πεθαίνει ποτέ.
Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011
μονοπάτι

Δεν πίστευα ποτέ πως θα ερωτευόμουν μια γραμμή χειλιών. Νά'ξερες πόσες στιγμές ξεκλέβω σαν μου μιλάς για να τη χαζέψω. Εσύ μιλάς και το βλέμμα μου ρυάκι που ξεχύνεται στο στόμα σου.
Και τις σταγόνες απ'το ποτό σου νά'ξερες πώς ζηλεύω σαν ξεχαστούν στις άκρες των χειλιών σου. Ας είχα ένα τρόπο να στις κλέψω πριν χαθούν στη γεύση σου. Να ρουφήξω τα λόγια σου που ψηλάφησαν τόσο γλυκά χωρίς καν να τις πάρεις είδηση.
Νά'μουν κι εγώ μια τόση δα σταγόνα απ'το κρασί σου.
Μια πορφυρή σκιά στα χείλια σου νά'μουν.
Να ξεγλιστρούσα απ' το ποτήρι και να κρυβόμουν εκεί που φωλιάζουν τα μυστικά σου. Οι φόβοι σου. Εκεί που βουλιάζουν, σαν άγκυρα και σε κρατάνε δεμένο και σ'εμένα δε φτάνεις ποτέ. Κι ένα βράδυ που θα πάλευες κάτι να κρύψεις στην αριστερή άκρη, που σε προδίδει σε κάθε χαμόγελο, θα έβαζα τρικλοποδιά στις λέξεις σου και θα ξεκλείδωνα όλες σου τις εικόνες και θά'φτανες απέναντι. Σε ό,τι αγαπάς. Κι εγώ ελεύθερη πια θα πνιγόμουν στο στόμα σου κι άς τέλειωναν όλα εκεί.
Τι ψέμα. Ποτέ δε θα το άντεχα. Πόσο μάταιη θά'ταν η προσπάθειά μου να με πείσω πως θα μου αρκούσε να ξεφύγεις απ' όσα σε κυνηγούν κι εγώ ας πήγαινα στο καλό. Θέλω σαν θα ξεφύγεις να' ρθείς σε' μένα. Να με αφήσεις να μάθω να ψηλαφώ τα χείλια σου. Να δω το ταίριασμα και τον τρόπο που βυθίζεται το φιλί σου στη γεύση μου.
Μα αφού σε πνίγει ο φόβος σου εσένα ποιος άλλος τρόπος θά'κανε τα κρυφά σου ασφαλή μακριά από' σένα;
Έχω τον τρόπο.
Στάσου μονάχα ένα λεπτό ασάλευτος. Έτσι, σιωπηλοί ας μείνουμε στα σκοτεινά για να τιμήσουμε την προσπάθεια και κάθε αγώνα σου να με φτάσεις. Κι ας μη νίκησες ποτέ. Κι όταν περάσει το λεπτό θα αφήσουν τα χείλια μου στα δικά σου το μονοπάτι που θα σε φέρει σ' εμένα. Σ'ένα φιλί. Κι αυτά που θα ακολουθήσουν σου τα αφήνω εν λευκώ.
Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2011
crack

Άσε με να μπορώ να τρυπώνω μέσα απ' τις χαραμάδες που (μου) αφήνεις για να μη μου κρυώνεις στα σκοτάδια της ζωής σου.
Άσε με να γίνω φως για' σένα.
Απ'τη ζωή ως την ψυχή σου.
Θά'μαι για' σένα. Εγώ δική σου και για' σένα. Για τις στιγμές, τις αγκαλιές, τα νεύρα και τις χαρές σου. Εγώ δική σου και για' σένα. Μέχρι που κάθε φορά που θα πηγαίνω να μιλήσω για'μένα να βάζω μπροστά το εσύ.
Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011
γιατί σ'αγαπώ
-Δεν είμαι μαγικός καθρέφτης, μικρή μου!
-Ναι, αλλά θέλω να είμαι για εσένα η ομορφότερη από όλες! Πες μου, είμαι;
-Έχω μετρήσει ίσα με χίλια πρόσωπά σου! Για ποιο απ'όλα να σου πω;
-Ποιο ήταν το πιο όμορφο;
-Όλα ήταν!
-Μη με παιδεύεις! Πες μου!
-Όταν σε πρωτοείδα. Αυτό με μάγεψε. Αυτό στοίχειωσε τα όνειρά μου. Αυτό δε θα με αφήσει να σε ξεχάσω.
Σκέψου. Κάπου στο μετρό, μια φράση σου με κάνει να σκεφτώ την ομορφιά ενός κοριτσιού μέσα από τα δικά σου μάτια. Και λίγη ώρα μετά βλέπω την αγάπη σχηματοποιημένη.
"Σ'αγαπώ γιατί είσαι εσύ", της λέει και την κοιτάζει μέσα στα μάτια. Εγώ χρόνια μακριά τους κι όμως κάπου στα όνειρά μου τους είχα ξαναδεί. Γύρω στα 50 πρέπει να ήταν. Και κοιτάζονταν μέσα στα μάτια λες και ήταν οι δυό τους. Λες και ο εφηβικός έρωτας τους είχε ξεχάσει κι απόψε τους βρήκε στο φτερό, να μοιράζονται μια αγκαλιά.
Το ζήλεψα. Να με κοιτάξεις έτσι. Θέλω. Να περάσουν τα χρόνια, μπορεί κι εγώ μαζί με αυτά κι ένα βράδυ να με κοιτάς στα μάτια και να μου λες πως μοιάζω όμορφη κι έχεις λόγο να με αγαπάς. Για ένα βράδυ. Θα το μπορούσες; Να μου μουρμουρίζεις τραγούδια και στιχάκια που σου θυμίζουν όσα αγάπησες και ξαφνικά σε μια στιγμή και μια δική μου αγκαλιά τα ξανάζησες όλα. Κι έγινα εγώ μια αφορμή.
Τι ομορφιά. Να γίνεσαι αφορμή για να αγγίξει κανείς όσα έχει αγαπήσει.
Ας γινόμουν για' σένα ένα βράδυ που πέρασε και σε έφερε ένα βήμα στη ζωή σου πιο κοντά.
Κυριακή 9 Ιανουαρίου 2011
αναδρομή #2
Πού νά’σαι απόψε; Μπορεί σ’ ένα στενό παράλληλο να προσπαθείς κι εσύ να ξεχάσεις. Ή να θυμηθείς. Εμένα. Ή εμένα; Αν και ο στόχος σου θα έπρεπε να είναι η λήθη. Να μην ξέρεις πως όσα ζήσαμε υπάρχουν. Πως γινόταν κανείς να νιώσει ό,τι ένωσες. Εσύ που δεν ένιωθες. Πού είσαι απόψε; Που δεν υπάρχουν αποστάσεις; Κι όμως βρεθήκαμε τελικά στο μακριά. Ξανά. Στο χώρια. Πώς γίνεται το χώρια να πονάει λιγότερο από το μαζί; Πώς γίνεται να διαλέγεις κάτι για να σώσεις το μέλλον όταν βάζεις με δαύτο φωτιά στο παρόν; Δεν είναι που δεν ένιωσες. Αυτό θα το άντεχα. Είναι που τό’ βαλες στα πόδια. Που ξέρεις τι θέλεις και που προσποιείσαι πως χωρίς αυτό θα βρεις την άκρη.
Μείνε.
Κι άσε τα αντίο να γεμίζουν στιγμές άλλων. Αδειανές. Εμείς φτιαχτήκαμε για το μαζί. Και το χώρια είναι άνυδρος πλανήτης.
Όλα αδειανά χωρίς εσένα. Μα και πάλι. Εμένα δε με χωράει ο τόπος.
Λίγες σιωπές μετά
Σε κάποιο όνειρο
Θα σε κρατήσω
Θα σου μιλήσω
Δε θα φοβάσαι. Θα νιώθεις.
Ακόμα.
Πόνο και ζωντανός.
Θα συναντηθούμε σε μια ήρεμη, γλυκειά και σιωπηρή νύχτα.
Και θα σου μιλήσω.
Να μείνεις θα ευχηθώ. Και θα στο πω.
Θα με αναζητήσεις. Κάποιο βράδυ.
Σ’ ένα χάδι μεθυσμένο.
Σ’ ένα βράδυ που εύχεσαι να ξημερώσει γρήγορα. Για να μοιάζουν οι στιγμές μακριά μου πιο λίγες απ’τη ζωή σου με εμένα. Και να μη βρισκεις τότε τίποτα να μου προσάψεις.
Γέλα μου. Σα να το ήθελες στ’αλήθεια και σα να το εννοούσες.
Γέλα. Σα να το εννοείς.
Γέλα. Όπως σε θυμάμαι.
Κι αυτή η μελωδία γεννιέται και πεθαίνει σα να μη βρήκε ούτε ένα λόγο για να ελπίσει.
Θα ψάχνω παντού τα μάτια σου. Μα πάντα τελικά θα φτάνω σε αδιέξοδο.
Κι αυτή η αλήθεια σε ποια μάτια υπακούει περισσότερο; Και πιο αφοσιωμένα;
Τελείωσαν πια οι μελωδίες. Ο κόσμος όλος έγινε άναρθρες κραυγές.
Κι όποτε πάω να αγκαλιάσω την ανάμνησή σου, τα χέρια μου χτυπούν αδέξια τον αέρα. Κι ενώ στ’αλήθεια τότε θα ήθελα να θυμάμαι- τι ειρωνία!- εγώ ξεχνάω!
Μια μελωδία προτού τελειώσει ξαναρχίζει. Κι επιμένω να τη μουρμουρίζω μέχρι στο τέλος να φτάσω. Λες και μου υποσχέθηκαν πως εκεί που τελειώνουν οι νότες μ’αγκαλιάζεις εσύ.
(Σκόρπιες φράσεις. Από ένα live. Και από' μένα)Σάββατο 8 Ιανουαρίου 2011
αναδρομή
Μα τι ανόητη! Αν δεν ήσουν εσύ δε θα είχα γελάσει...
Με την καρδιά