Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

θ'άλlαsες;



Θάλασσες σου λέει. Μα δεν τις βλέπεις. Δεν τις περιγράφει. Δεν τις θυμάται. Μόνο ένα βλέμμα θυμάται. Βρόχινο ή του δρόμου. Της φυγής. Τα λόγια τα βρήκε ο Σαράντης Αλιβιζάτος και τα ταξίδια στις νότες ο Μάριος Τόκας. Και τόση ώρα που το έχω αφήσει να επαναλαμβάνεται έχω φύγει χιλιόμετρα. Πρέπει να είμαι κάπου σε ένα ναυπηγίο στην εθνική. Δίπλα σε ένα λιμάνι. Καφέ σε χάρτινο ποτηράκι, μπουφάν μισάνοιχτο κι ένα μονοπάτι που ίσως κανείς δεν ξαναπερπάτησε και τα βήματά σου όπως και νά'χει θα πληγώσουν λίγο το παρθένο χώμα του.
Βρίσκεις ένα υπόστεγο κάπου και γέρνεις πάνω του για νά'χεις την ψευδαίσθηση πως έχεις συντροφιά. Μάτια κλειστά ή ανοιχτά δεν κάνει διαφορά. Ανοιχτά βλέπεις λιμάνι. Τα κλεινεις και βλέπεις ταξίδι. Και η διαφορά: μικρή! Διαφορετική οπτική μάλλον. Στη μία είσαι αυτός που μένει πίσω. Στην άλλη διαλέγεις να φύγεις. Μπορεί κι αντίστροφα.
Σημασία έχει που το μονοπάτι το πήρες και τώρα οι επιλογές σου είναι μετρημένες. Μα τι να σε φοβίσει εσένα; Τι θα μπορούσε; Ποια θάλασσα, ποια τρικυμία και ποια βροχή; Ίσα ίσα. Εσύ τα θες τα ναυάγια. Για να μπορείς να αναδυθείς. Τελικά. Νά'χεις την τύχη να σε ξεβράσει η θάλασσά σου. Ούτε να γίνεις εσύ του ξεχασμένο κομμάτι ξύλο δε σε φοβίζει. Να επιπλεύσεις μόνο και μόνο για να κρατήσεις στην επιφάνεια τα όνειρα κάποιου άλλου. Ίσως απλά στο μονοπάτι να μην περπατάς μονάχος σου. Να πήγες με στόχο να βρεις καράβι. Να σε πάει...
Κι όλη η ζωή σου είναι μνήμες. Είναι εικόνες. Είναι στιγμές. Κοινές. Και ο συνοδοιπόρος συγκεκριμένος και νά'χει το χάδι του άρωμα καλοκαιριού και το φιλί του αρμύρα. Κι εσύ να είσαι τόσο πιστός στην αγάπη σου στη θάλασσα που πώς να ξεφύγεις ή να αλλάξεις μονοπάτι. Κι ακόμα και να μπορείς δε θες. Και σαν κύμα ερωτήματα πνίγουν το λαιμό σου και τα ξεβράζει η φωνή σου. Γεμάτα απόγνωση. Παράπονο. Μπορεί και λύπη. Γιατί η μοναξιά ξεκινάει εκεί που τελειώνει το μαζί. Κι αν κάποιος φοβάται το μαζί πιο πολύ από τη μοναξιά μην ψάξεις για επιχειρήματα. Ούτε για ενδεχόμενα. Και ας μη γελιόμαστε τα ενδεχόμενα για εσένα τα αφήνεις ανοιχτά. Βαθύς εγωκεντρισμός και στο υπογράφω.
Και είναι φορές που θες απλά μια κουβέντα να την πιστέψεις. Να την κάνεις αλήθεια και αξίωμά σου και να γυρίσεις τον κόσμο σου γύρω από αυτήν. Μα δε θα σου είναι ποτέ αρκετή. Πάντα θα θέλεις κι άλλη κι άλλη. Αδηφάγα αίσθηση η ακοή. Πιο πολύ κι απ'την αφή.Ίσως γιατί τη λεκτική την κατέχεις και ό,τι και αν σου πουν δε θα φοβηθείς να παραμετροποιήσεις. Μα αν δεις σκιά στο βλέμμα, δειλία στον πόθο,φυγή στο σ'αγαπώ; Πώς να το αντέξεις και πού να βρεις δικαιολογίες να ημερέψουν την ψυχή σου και να σκορπίσουν τα σύννεφα;
Και ξέρεις ποιο είναι το χειρότερο; Να αποφασίσεις να δεις. Να μη φοβηθείς το βλέμμα ούτε τις σκιές. Ούτε και τη λιακάδα. Να μη φοβηθείς να δεις ένα παιδί να γεννιέται και να ερωτεύται μέσα από τα μάτια ενός σκυθρωπού ενήλικα. Να μη φοβηθείς να πιστέψεις αυτή την αλήθεια. Κι όμως να έρθουν τελικά τα λόγια.
Και νά'ναι δειλά. Κουρασμένα. Νά'ναι "λογικά".
Ξέρω. Θέλεις "ένα ποτήρι θάνατο", να το πιεις και να σκοτώσει όλα αυτά που δεν ξεχνιούνται. Όλα αυτά που στοιχειώνουν. Όλα αυτά που παλιά θα σκότωνες να τα ζήσεις και τώρα δε σε αφήνουν να πας παρακάτω. Κι αρχίζεις τότε να χωρίζεις το χρόνο σου σε εποχές. Και ξαφνικά υπάρχουν και κάποιες που δε θές να ξανάρθουν. Όχι γιατί δεν έχεις και όμορφα να θυμάσαι. Αλλά γιατί το χειμώνα η θάλασσα είναι τρικυμισμένη και ξέρεις από πριν τι να περιμένεις και τι να φοβάσαι. Και σίγουρα σου είναι πιο εύκολο να ξαναδιαλέγεις το ίδιο μονοπάτι στη ζεστασιά ενός μπουφάν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: